Εκτορειος

Εκτορειος
    Ἑκτόρειος
    3
    Eur. = Ἑκτόρεος См. Εκτορεος

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "Εκτορειος" в других словарях:

  • Ἑκτόρειος — masc/fem nom sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑκτόρειον — Ἑκτόρειος masc/fem acc sg Ἑκτόρειος neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑκτορείοις — Ἑκτόρειος masc/fem/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑκτορείου — Ἑκτόρειος masc/fem/neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑκτόρεια — Ἑκτόρειος neut nom/voc/acc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Ἑκτόρειοι — Ἑκτόρειος masc/fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • εκτόρεος — ἑκτόρεος, ον και ἐκτόρεος, α ή η, ον και ἑκτόρειος (Α) αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον ομηρικό ήρωα Έκτορα …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»